ΜΕΛΑΝΟΜΟΡΦΑ-ΕΡΥΘΡΌΜΟΡΦΑ (μέρος δεύτερο)
Όταν αναφερόμαστε στην τεχνική Αναγωγής του Σιδήρου,
εννοούμε την τεχνική αγγειογραφίας των Μελανόμορφων-Ερυθρόμορφων αγγείων.
Όπως έχουμε αναφέρει στο προηγούμενο άρθρο, από το 1752 μ.Χ.
και έπειτα, επιστήμονες και ερευνητές καταβάλουν προσπάθειες για την εύρεση της
αρχαίας τεχνικής αγγειογραφίας των Αττικών αγγείων.
Τα περισσότερα στοιχεία για την εύρεση του Αττικού μαύρου,
έχουν αντληθεί από αρχαιολογικά ευρήματα αγγείων της περιόδου 6ου-4ου
αιώνα π.Χ. Η μελέτη της χημικής σύστασης όπως και οι ίδιες οι αγγειογραφίες των
αρχαίων κεραμικών αντικειμένων, έχουν δώσει αρκετές πληροφορίες ώστε να
κατανοηθεί η διαδικασία παραγωγής του Αττικού μαύρου αλλά όχι όμως η διαδικασία
της πιστής αναπαραγωγής του με την αρχαία μέθοδο.
Μέχρι σήμερα, έχει διαπιστωθεί ότι το Μελανό χρώμα των
αρχαίων αγγείων δεν είναι “υάλωμα” (με την τωρινή σημασία το όρου).
Προσδιορίζεται κυρίως ως επίχρισμα πηλού, μπατανάς. Πρόκειται για λεπτόκοκκα σωματίδια
πηλού, χωρίς κανένα πρόσθετο, το οποίο γίνεται μαύρο κατόπιν μίας σύνθετης
διαδικασίας όπτησης τριών σταδίων : Οξείδωση-Αναγωγή-Οξείδωση.
Από την Νεολιθική εποχή ακόμη, διαπίστωσαν κατά την όπτηση (σε
ανοιχτή φωτιά), ότι η πλευρά των κεραμικών αντικειμένων, που εφάπτονταν με την
στάχτη, έβγαινε μαύρη με το πέρας αυτής. Δηλαδή, στα σημεία αυτά υπήρχε έλλειψη
οξυγόνου, Αναγωγή. Πολλοί ερευνητές αναφέρουν ότι γινόταν παρακράτηση άνθρακα
όπως επίσης και μετατροπή του οξείδιού του Σιδήρου σε υποξείδιο του Σιδήρου, το
οποίο είναι μαύρο. Εξελικτικά, κατάφεραν να κάνουν ολόκληρο το αντικείμενο
μαύρο ή μέρος αυτού μερικώς ελεγχόμενο μαύρο, τα Μελανοστεφή.
Μετά από έρευνες αιώνων, η ερευνητική κοινότητα η οποία
ασχολείται με την εύρεση της αρχαίας τεχνικής των Μελανόμορφων αγγείων, έχει
κατασταλάξει εν μέρει στην διαδικασία παραγωγής των Αττικών αγγείων.
Αρχικά, κατασκευαζόταν το κεραμικό αντικείμενο στον τροχό.
Έπειτα, χρησιμοποιούσαν ένα επίχρισμα από πάνω, ώστε να δημιουργηθεί μια πιο
λεία επιφάνεια. Ακολουθούσε η αγγειογραφία χρησιμοποιώντας ένα πολύ λεπτόκοκκο
επίχρισμα σιδηρούχου πηλού, το οποίο
είναι άγνωστο πως το επεξεργαζόταν. Στα Μελανόμορφα ζωγράφιζαν τις μορφές ενώ
στα Ερυθρόμορφα κάλυπταν το φόντο, η τεχνική είναι η ίδια.
Το πιο ενδιαφέρον μέρος της τεχνικής αυτής, είναι η
διαδικασία της όπτησης. Αρχικά, τα κεραμικά αντικείμενα ψηνόταν οξειδωτικά
μέχρι τους 900-950 °C,
σε αυτή την φάση τα κεραμικά έχουν όλα κεραμιδί χρώμα. Μετά, σταματούσαν την
τροφοδοσία του καμινιού με σκοπό την μείωση της θερμοκρασίας στους 780-800 °C. Έπειτα, βγάζαν μερική
ποσότητα από τα κάρβουνα, τόση ώστε να μην αναφλεγεί η χλωρή καύσιμη ύλη που
έριχναν στην συνέχεια μέσα στον χώρο καύσης για την Αναγωγή. Στο επόμενο βήμα,
έκλειναν όλες τις εισόδους του καμινιού για περίπου μισή ώρα ώστε να γίνει
ατελής καύση (μονοξείδιο του άνθρακα) και το χρώμα των κεραμικών αντικειμένων
να μετατραπεί στο σύνολο του σε μαύρο. Τέλος, ανέβαζαν ξανά την θερμοκρασία
οξειδωτικά στους 900-950 °C.
Με το πέρας της όπτησης, το λεπτόκοκκο επίχρισμα μετατρεπόταν σε ένα στιλπνό,
αδιάβροχο “αυτόυαλοποιούμενο” μαύρο χρώμα, ενώ το υπόλοιπο μέρος του κεραμικού
αντικειμένου ήταν σε κεραμιδί απόχρωση.
Άρα οι αρχαίοι τεχνίτες, με την διαδικασία αυτή, κατάφεραν
ελεγχόμενα, στο ίδιο κεραμικό αντικείμενο, να έχουν μαύρο και κεραμιδί χρώμα
συγχρόνως.
Βέβαια, υπάρχουν πολλά άλυτα τεχνικά ερωτήματα ακόμη στην
αρχαία τεχνική αγγειογραφίας των Μελανόμορφων-Ερυθρόμορφων αγγείων.
Στο επόμενο άρθρο, που θα ακολουθήσει, θα παραθέσουμε τον
συλλογισμό του κεραμέα Γιάννη Σταγκίδη, όπως και τα ερωτήματα τα οποία του
δημιουργήθηκαν, μετά από έρευνες και πειράματα που πραγματοποίησε, για την
πλήρη κατανόηση της αρχαίας τεχνικής και του τρόπου αναπαραγωγής των περίφημων
Μελανόμορφων-Ερυθρόμορφων αγγείων.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου